Τα πάντα όλα γύρω από την στρογγυλή θεά

Το blog αυτό είχε κατασκευαστεί για τις ανάγκες του μαθήματος "Διαδικτυακή Δημοσιογραφία", και μου χάρισε το απόλυτο..."10".
Η έλευσή μου στην Ιταλία, μέσω του προγράμματος Erasmus, αναθέρμανε το ενδιαφέρον μου για το παραμελημένο μου ιστολόγιο κι έτσι αποφάσισα να μπω εκ νέου σε ρυθμούς γραφής, εκμεταλλευόμενη παράλληλα την παρουσία μου στα ιταλικά γήπεδα.

Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

Μίμης Παπαϊωάννου: Ένα όνομα , χίλιες λέξεις

Συνέντευξη: Ελπίδα Φαρδογιάννη

Ποιος θα φανταζόταν ότι ένας γιος αγρότη από τη Νέα Νικομήδεια Ημαθίας θα έκανε όλη την Ελλάδα να μιλάει για  τα κατορθώματά του, και ακόμη περισσότερο ποιος θα πίστευε ότι αυτός ο άνθρωπος θα κέρδιζε τον τίτλο του κορυφαίου Έλληνα ποδοσφαιριστή του 20ου αιώνα;
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι άνθρωποι που πίστεψαν από την αρχή σε αυτόν γνώριζαν ότι το ταλέντο του μπορούσε να τον οδηγήσει πολύ ψηλά, και δεν έπεσαν έξω. Ο Μίμης Παπαϊωάννου είναι ο Κορυφαίος!

Ο Παπαϊωάννου γεννήθηκε στη Νέα Νικομήδεια Ημαθίας τον Αύγουστο του 1942, την ημέρα μάλιστα που λόγω του πολέμου αναβλήθηκε το παγκόσμιο πρωτάθλημα κλασικού αθλητισμού. Ο πατέρας του, Κωνσταντίνος, ήταν έφορος στην τοπική ομάδα τη Νέα Γενεά, όπου και ο μικρός τότε Μίμης ξεκίνησε δειλά δειλά τα πρώτα βήματα της καριέρας του. Η αγάπη του για την στρογγυλή θεά σε συνδυασμό με τις οικονομικές δυσκολίες της εποχής τον οδήγησαν στο να σταματήσει το σχολείο και να ξεκινήσει να εργάζεται στο κουρείο του χωριού του. Το  ποδοσφαιρικό του  όμως ταλέντο του δεν πέρασε απαρατήρητο και η μεταγραφή του στη Βέροια δεν άργησε να γίνει. Μάλιστα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα η φήμη του είχε εξαπλωθεί σε όλη την Ελλάδα και οι προτάσεις άρχισαν να διαδέχονται η μια την άλλη. Το ενδιαφέρον απόκτησης του νεαρού επιθετικού εξέφρασαν από τη Θεσσαλονίκη ο ΠΑΟΚ, ο Άρης και ο Απόλλωνας, ωστόσο η μεταγραφή του στο "δικέφαλο" του Βορρά που ήταν και ο πιο ένθερμος από τους επίδοξους "αγοραστές", δεν ολοκληρώθηκε λόγω του ότι οι δύο σύλλογοι δεν τα βρήκαν στο οικονομικό κομμάτι(μόλις για 20.000 δραχμές).
Ο "μεγάλος χαμένος", όπως αποδείχτηκε με την πάροδο των ετών, δεν είναι άλλος από τον Ολυμπιακό, ο οποίος ναι μεν ενδιαφέρθηκε να αποκτήσει τον Παπαϊωάννου, αλλά το γεγονός ότι ο παίκτης είχε μόνο ένα καλό πόδι, το αριστερό, αποτέλεσα ανασταλτικό παράγοντα, καθώς "τέτοιοι" παίκτες υπήρχαν πολλοί στο "λιμάνι".
Στον αντίποδα, η ΑΕΚ ήταν η κερδισμένη της όλης υπόθεσης, καθώς το 1962 κατόρθωσε να εντάξει στο δυναμικό της τον 20χρονο Μίμη. Στην Ένωση, όπου αγωνίστηκε για περίπου 17 χρόνια, ο Παπαϊωάννου χρίστηκε δύο χρονιές πρώτος σκόρερ(1964,1966),ευτύχισε να κατακτήσει πέντε Πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα Ελλάδος, ενώ ήταν από τους πρωτεργάτες της τρελής πορείας στο Κύπελλο Ουέφα τη σεζόν 1976-77, όπου οι "κιτρινόμαυροι" έφτασαν μέχρι τους "4" περνώντας τους  σκοπέλους των Ντιναμό Μόσχας, Ντέρμπι Κάουντι, Ερυθρού Αστέρα και Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς.
  Το 1964 είναι η χρονιά που σημάδεψε τον Μίμη, καθώς η ΑΕΚ είπε "όχι" στην 4.000.000(με 750.000 αποδοχές για τον ίδιο τον παίκτη)δραχμών πρόταση απόκτησής του από τη Ρεάλ Μαδρίτης! Το περιστατικό αυτό συνέπεσε με την γνωριμία του ποδοσφαιριστή με τον μεγάλο λαϊκό τραγουδιστή Στέλιο Καζαντζίδη, που ήταν φίλος του Χρήστου Νικολόπουλο, με τον οποίο ο Παπαϊωάννου ήταν κοντοχωριανός. Τα όσα ακολούθησαν είναι γνωστά στους περισσότερους, καθώς ο 22χρονος επιθετικός, απογοητευμένος από την απόφαση αυτή της Ένωσης αποφάσισε να σταματήσει την μπάλα και να φύγει μαζί με τον Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα για μια δίμηνη περιοδεία στη Δυτική Γερμανία. Όταν ο "δικέφαλος" κατάλαβε το λάθος του επιχείρησε να έρθει σε διαπραγματεύσεις με τον παίκτη προκειμένου να τον μεταπείσει να επιστρέψει στην ομάδα, φροντίζοντας ωστόσο να του εξασφαλίσει και την ανάλογη αύξηση των αποδοχών του. Ο ίδιος ο Καζαντζίδης ήταν εκείνος μάλιστα που ήρθε σε συνεννόηση με τη διοίκηση θέτοντας τον όρο ότι το νέο συμβόλαιο του φίλου του Μίμη θα έπρεπε να ανέρχεται στις 500.000 δραχμές. Η εξέλιξη των γεγονότων είναι γνωστή. Ο Παπαϊωάννου αγνοώντας το γεγονός ότι πολλοί όπως λέει τον αποκάλεσαν "εκβιαστή", επέστρεψε στην ΑΕΚ όπου και παρέμεινε μέχρι το 1979 γνωρίζοντας μεγάλη δόξα και πολλές επιτυχίες σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. "Με πειράζει που δεν πήγα στη Ρεάλ. Με ενοχλεί το γεγονός ότι δεν ξέρω που θα μπορούσα να φτάσω. Θα έπαιζα; Κανείς δεν ξέρει. Η αλήθεια πάντως είναι ότι φοβόμουν αρκετά να πάω να αγωνιστώ δίπλα στα πιο μεγάλα ονόματα εκείνης της εποχής", δηλώνει χαρακτηριστικά.

Μίμης Παπαϊωάννου, Ελπίδα Φαρδογιάννη
 Το 1979 ο Παπαϊωάννου μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και τον Παγκύπριο όπου παρέμεινε έως και το 1986 αρχικά ως ποδοσφαιριστής, στη συνέχεια ως ποδοσφαιριστής-προπονητής και τέλος από το πόστο του προπονητή. Παρόλα αυτά ο ίδιος δηλώνει: "Δεν είμαι καλός προπονητής. Μπορεί να έπαιξα καλό ποδόσφαιρο, αλλά δεν έχω μάθει ούτε να κλέβω, ούτε να μαλώνω, ούτε να βρίζω, ούτε να στήνω παιχνίδια. Και επιπλέον αυτό που κατάλαβα στη συνέχεια είναι ότι δεν μπορώ να μεταδώσω σε άλλους τις γνώσεις μου".
 Η έλευση της νέας 1000ετίας-100ετίας χάρισε στο Μίμη Παπαϊωάννου τον τίτλο του Καλύτερου Έλληνα Ποδοσφαιριστή για τον 20o αιώνα. κατόπιν σχετικής απόφασης της Επιτροπής Στατιστικής και Ιστορίας της ΦΙΦΑ. Οι λόγοι είναι προφανείς: χαρακτήρας, ήθος, επιμονή, υπομονή, συμμετοχές, επιδόσεις, γκολ. Σε όλη του τη ζωή δεν έχει αντικρίσει ΠΟΤΕ την κόκκινη κάρτα ,ενώ έχει δεχθεί μόλις τρεις κίτρινες! Ο ίδιος μάλιστα τονίζει ότι το γεγονός ότι οι φίθαλοι δεν τον πείραζαν όπου και αν πήγαινε να αγωνιστεί σημαίνει πολλά, ενώ συμπληρώνει ότι δεν προκαλούσε ποτέ ούτε τους συμπαίκτες, αλλά ούτε και τους παίκτες ή τους οπαδούς της αντίπαλης ομάδας. Τέλος αναφέρει χαρακτηριστικά: "Ψηφίστηκα γιατί δεν μπορείς να παίζεις έτσι 18χρόνια συνέχεια. Σταμάτησα όταν αντιλήφθηκα ότι δεν μπορούσα να πάω ούτε μπροστά ούτε πίσω. Εμένα αυτό που με ενδιέφερε πάντοτε ήταν να υπάρχει ποιότητα στο παιχνίδι μου".




Ε.Φ: "Αν δεις έναν ψηλό να τρέχει, ένας κοντός τον κυνηγάει", όπως έχετε δηλώσει και ο ίδιος στο παρελθόν. Πολλοί εκτιμούν ότι οι κοντοί ποδοσφαιριστές δεν είναι ιδιαίτερα καλοί στο ψηλό παιχνίδι, εσείς όμως αποδείξατε το αντίθετο. 233 γκολ από τα οποία τα 49 ήταν με κεφαλιές. Ποιο ήταν το μυστικό σας;

Μ.Π: Δεν υπάρχει κάποια τακτική. Αυτό που αντιλήφθηκα όταν σταμάτησα την καριέρα μου ήταν ότι ένας κοντός, στην προκειμένη εγώ, ξέρει που είναι η μπάλα, γνωρίζει το χώρο και το χρόνο, και έτσι μπορεί να κερδίζει τις περισσότερες κεφαλιές. Ήταν θέμα timing πιστεύω, γιατί αντιλαμβανόμουν που βρισκόταν η μπάλα, σε πόση ώρα θα ερχόταν σε μένα και σε ποιο σημείο θα μπορούσα να την φτάσω. Δεν ήταν ότι πηδούσα ψηλά, απλά έβρισκα το χώρο μέσα στο χρόνο και εκεί έκανα την διαφορά. Από μακριά, στην κερκίδα, φαινόταν ότι σταματούσα στον αέρα, έτσι όπως μάζευα τα πόδια μου για να βρω την μπάλα, έδινα την εντύπωση ότι ο χρόνος σταματούσε και εγώ "πάγωνα". Αυτή η φράση έμεινε και γι αυτό δώσαμε και το συγκεκριμένο τίτλο στην αυτοβιογραφία μου: "Ραντεβού στον αέρα ".

Ε.Φ: Πώς θα σχολιάζατε τη συμπεριφορά των φιλάθλων της ΑΕΚ μετά τη λήξη του τελικού του Κυπέλλου Ελλάδας, μολονότι η ομάδα τους είχε καταφέρει να κατακτήσει το τρόπαιο;

Μ.Π: Όταν ήρθα στην ΑΕΚ πήραμε το πρωτάθλημα. Μόλις τελείωσε η αναμέτρηση με τον μεγάλο μας αντίπαλο Παναθηναϊκό στη Ν. Φιλαδέλφεια όλοι οι φίλαθλοί μπήκαν στον αγωνιστικό χώρο, χωρίς να πειράξουν τους παίκτες της άλλης ομάδας και ξέσπασαν σε δάκρυα χαράς για την κατάκτηση του πρωταθλήματος της σεζόν 1962-63". Αυτό μόνο θα σχολιάσω για το συγκεκριμένο γεγονός.
Παρόλα αυτά ο κόσμος έπαιξε όμως ρόλο σε άλλη μια σημαντική στιγμή της ζωής μου. Όταν ήταν να υπογράψω στη Ρεάλ ο τότε γενικός αρχηγός της ομάδας, Δ. Σεβαστάκης, μου είπε ότι με 4.000.000 που θα αποκόμιζε η ομάδα από την μεταγραφή μου θα μπορούσαν να έχτιζαν ολόκληρο χωριό, μόνο που θα έχαναν εμένα. Και αυτό ήταν που δεν ήθελαν γιατί φοβούνταν τους φιλάθλους. "Άμα σε δώσουμε θα πρέπει να φύγουμε από την Αθήνα για να μη μας δείρουν οι οπαδοί"  μου επεσήμανε χαρακτηριστικά.

Ε.Φ: Θυμάστε τα λόγια κάποιων σπουδαίων ανθρώπων που συναντήσατε στη ζωή σας;

Μ.Π: Θυμάμαι τα λόγια αρχικά του Πελέ όταν τον πρωτογνώρισα σε ένα τουρνουά στην Αμερική και τον ρώτησα γιατί δε βγαίνουν πια παίκτες όπως αυτός. Εκείνος αποκρίθηκε: " Εμείς παίζαμε τόσο καλή μπάλα γιατί μάθαμε να παίζουμε στις πλατείες, μέσα στην άμμο, στη βροχή, στις λάσπες. Μάθαμε να κάνουμε τρίπλες γύρω από τους κορμούς των δέντρων που βρίσκονταν μέσα στις πλατείες. Σήμερα τα ταλέντα οργιάζουν και μετά από ελάχιστο χρόνο χάνονται".
 Ακόμη, μου ρχεται στο μυαλό η συνομιλία μου με τον Πούσκας, όταν τον είχα συναντήσει στην Αθήνα στο φιλικό που δώσαμε τότε με την Ρεάλ. Εγώ είχα γίνει μούσκεμα στον ιδρώτα όταν ήρθε και μου μίλησε, γιατί ήξερα ποιον άνθρωπο είχα απέναντι μου εκείνη τη στιγμή. Ο Πούσκας, αφού μου είπε ότι η μεταγραφή μου στη "Βασίλισσα" ήταν πολύ κοντά, ανέφερε σχετικά: "Για να γίνεις καλός ποδοσφαιριστής πρέπει πρωτίστως να προσέχεις την υγεία σου, να τρως σωστά και να κοιμάσαι καλά, και εν συνεχεία να μάθεις να παίζεις χωρίς την μπάλα".
Τότε θυμάμαι έσπαγα το κεφάλι μου να καταλάβω τι ήθελε να μου πει με το "να παίζω χωρίς την μπάλα". Τώρα μπορώ να πω ότι το κατανόησα βλέποντας το παιχνίδι της Μπαρτσελόνα τα τελευταία χρόνια. Η Μπάρτσα στις περισσότερες αναμετρήσεις της παίζει χωρίς την μπάλα, δεν μπορείς να τους πιάσεις. Αυτός που έχει την μπάλα στα πόδια του περπατάει, όλοι όμως οι υπόλοιποι τρέχουν ασταμάτητα. Όταν κινείσαι κανείς δεν μπορεί να σε πιάσει. Αυτό ακριβώς κάνει τώρα και ο Μέσσι. Διαφέρει από τους άλλους. Είναι πολύ σωστός. Χάνεται από το παιχνίδι για λίγα λεπτά ή δευτερόλεπτα και μετά τον βρίσκεις πάλι την ώρα που στέλνει την μπάλα στα δίχτυα. Από τα χρόνια του Πούσκας προσπαθούσαν να εφαρμόσουν αυτή την τακτική και τελικά το κατόρθωσαν τώρα.

Ε.Φ: "Εμπρός της ΑΕΚ παλικάρια σουτάρετε και σπάστε τα δοκάρια". Πώς αισθάνεστε κάθε φορά που ακούτε τον ύμνο της "Ένωσης" τον οποίο και έχετε ερμηνεύσει ο ίδιος;

Μ.Π:
Δεν είναι λίγο να ακούς τον εαυτό σου από τα μεγάφωνα του σταδίου, αισθάνεσαι περήφανος.

Ε.Φ: Μήπως όμως ο στίχος υποκρύπτει ένα νόημα το οποίο  αντικατοπτρίζει και την τωρινή πραγματικότητα, μια και τελευταία οι παίκτες έχουν σπάσει στην κυριολεξία τα δοκάρια...;

Μ.Π: Ο Ντέμης έκανε μια προσπάθεια να αλλάξει τον ύμνο. Οι ύμνοι δεν αλλάζουν! Φταίει το τραγούδι; Αν είναι δυνατόν! Εγώ όταν έπαιζα, δε λέω, έστελνα μερικές φορές την μπάλα στο δοκάρι, αλλά συνήθως  αυτή κατέληγε στα αντίπαλα δίχτυα. Τα δοκάρια είναι και αυτά μέσα στο πρόγραμμα, αλλά δεν πρέπει να το βλέπουμε έτσι.





 Ε.Φ: Στο παρελθόν σας διέκρινε ένας έντονα αντιδημοσιογραφικός χαρακτήρας. Για ποιο λόγο είχατε υιοθετήσει αυτή τη στάση;

Μ.Π: Στην αρχή απέφευγα τους δημοσιογράφους γιατί δεν ήξερα να δίνω συνεντεύξεις, ντρεπόμουν. Τι θα λεγα και πώς, αφού ήμουν και αμόρφωτος λόγω του ότι είχα παρατήσει το σχολείο. Στην πορεία άρχισα να το ευχαριστιέμαι κι έτσι ξανοίχτηκα. Ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις έφτασα στο σημείο να εκνευριστώ γιατί ανακάλυψα πως έγραφαν ό,τι ήθελαν. Άλλα έλεγα και άλλα δημοσίευαν στον τύπο. Ίσως αυτή η στάση να με ωφέλησε, ίσως πάλι και όχι.


Ε.Φ:  Στέλιος Καζαντζίδης. Ένα μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή σας. Πείτε μου δυο λόγια γι αυτή τη σχέση-συνεργασία;
 
Μ.Π:  Από τον Καζαντζίδη αποκόμισα πολλά πράγματα. Άκουγα από μικρός γι αυτόν και ευτύχισα να τον ζήσω και από κοντά. Θυμάμαι ακόμα τα λόγια του: «Τραγουδιστής δεν ξέρω αν θα γίνεις, πάντως ένα πράγμα ξέρεις να κάνεις καλά και είμαι σίγουρος πως στο τέλος θα δικαιωθείς». Αυτός ήταν μάλιστα που μεσολάβησε και βρήκε τη «χρυσή τομή» για να ξαναγυρίσω στην  ΑΕΚ.







Ε.Φ:  Γνωρίζουμε άπαντες τι προσφέρατε στο ποδόσφαιρο όλα αυτά τα έτη που αγωνιστήκατε τόσο στην ΑΕΚ όσο και στην Εθνική Ελλάδος, το ίδιο το ποδόσφαιρο όμως τι σας πρόσφερε;


Μ.Π:  Το ποδόσφαιρο μου χάρισε δημοσιότητα και λεφτά. Όχι πολλά, και καλύτερα έτσι, μου φτάνουν τα λίγα, είναι πιο ανθρώπινα, είμαι μέσα στο λαό.  Από την άλλη έζησα μεγάλους αγώνες, έπαιξα δίπλα σε μεγάλους και σπουδαίους παίκτες της εποχής όπως ο Νεστορίδης, τον οποίο και θαύμαζα από μικρός, και επιπλέον όπως αποδείχτηκε ήμουν πάντα κοντά στις καλές εποχές του ποδοσφαίρου(μου αναφέρει σχετικά την χρονιά 1976-7 όταν και χρίστηκε νταμπλούχος με την Ένωση και πραγματοποίησε την ξέφρενη εκείνη πορεία στην Ευρώπη φτάνοντας μέχρι και τους «4» του Κυπέλλου Uefa όπου και αποκλείστηκε από τη Γιουβέντους).

Ε.Φ:  Παρατηρούμε το τελευταίο διάστημα να γίνονται προσπάθειας από την διοίκηση του κ. Αδαμίδη ώστε να δοθεί λύση στο γηπεδικό και να μπορέσει η ΠΑΕ να κατασκευάσει το νέο γήπεδο στη θέση του παλιού στη Νέα Φιλαδέλφεια. Εκτιμάται ότι η κίνηση αυτή είναι σωστή και επιπροσθέτως το γεγονός ότι η ομάδα δεν αγωνίζεται στη φυσική της έδρα της έχει στοιχίσει;

Μ.Π:  Τώρα το γκρεμίσαμε, δεν μπορούμε να το φτιάξουμε πάλι όπως ήταν τότε,. Είναι ταλαιπωρία για την ομάδα να μην έχει ένα δικό της γήπεδο. Αυτός που έρχεται αντίπαλος στο ΟΑΚΑ αναρωτιέται: «Πού είναι η ΑΕΚ;». Το γήπεδο κάνει τη διαφορά. Τη δεδομένη στιγμή είναι σαν να αγωνίζεσαι εκτός έδρας.  Κι από την άλλη, στην Ελλάδα δεν υπάρχουν γενικότερα σωστά γήπεδα, μόνο το Καραϊσκάκη πληροί όλες τις προϋποθέσεις. Δεν γίνεται ποδόσφαιρο χωρίς σύγχρονα γήπεδα, το καταστρέφουμε έτσι.


Ε.Φ:  Τελικά τι είναι πιο δύσκολο: η μπάλα ή το μπουζούκι;

Μ.Π:  Όταν φύγαμε μαζί με τον Καζαντζίδη για περιοδεία στη  Γερμανία  ο Νικολόπουλος μου είχε πει: «Θα σου μάθω μπουζούκι, θα μου μάθεις μπάλα;» Η συμφωνία είχε κλείσει και ο Χρήστος αγόρασε μάλιστα και φόρμες. Ξεκινούσαμε θυμάμαι να τρέχουμε κάνοντας προπόνηση και εκείνος έκλεβε στους γύρους γιατί κουραζόταν, και μετά μου έλεγε: «Έτσι θα μου μάθεις να παίζω μπάλα;». Ε, με τα πολλά ούτε εγώ έμαθα μπουζούκι ούτε ο Χρήστος μπάλα(γέλια).